Author : Delfi Partners
July 26, 2018

Η ουσιαστική μείωση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, είτε μέσω εσωτερικής διαχείρισης είτε μέσω συνεταιρισμών με διεθνείς εταιρείες διαχείρισης εξακολουθεί να είναι κρίσιμο σημείο για την βιωσιμότητα της Κυπριακής οικονομίας, σύμφωνα με τον Δρ Γεώργιο Μούντη Διευθύνων Σύμβουλο της Delfi Partners & Company. Όπως εξηγεί, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος αλλά και των μελλοντικών οικονομικών προσδοκιών έχει άμεσο αντίκτυπο στην αποτίμηση των χαρτοφυλακίων μη-εξυπηρετούμενων δανείων βελτιώνοντας σημαντικά και την ικανότητα διάθεσης χαρτοφυλακίων ΜΕΧ σε επενδυτές. Τονίζει δε, πως κρίνεται επιτακτική η ανάγκη χάραξης μιας πολιτικής η οποία θα επιτρέψει στα τραπεζικά ιδρύματα να ελαφρύνουν τους ισολογισμούς. «Η μείωση των ΜΕΧ θα δημιουργήσει συνθήκες ικανές να οδηγήσουν την χώρα σε μια βιώσιμη και σταθερή πορεία ανάπτυξης».

 

Γιατί οι μείωση των ΜΕΧ γίνεται με πολύ αργού ρυθμούς;

Εντοπίζονται συγκεκριμένοι παράγοντες οι οποίοι δυσχεραίνουν τις προσπάθειες επίλυσης των προβληματικών δάνειων: η έλλειψη καταρτισμένου προσωπικού και εμπειρίας από τις Τράπεζες – οι οποίες καλούνται να αναπτύξουν εσωτερικά την εμπειρία και την υποδομή για διαχείριση των ΜΕΧ, οι υποψήφιοι επενδυτές, οι αναποτελεσματικές και χρονοβόρες διαρθρωτικές δυσκαμψίες που επηρεάζουν όλους τους άμεσα εμπλεκόμενους και επιδεινώνουν το πρόβλημα των μη-εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΧ) και το νομικό πλαίσιο, το οποίο βελτιώθηκε σημαντικά τα τελευταία έτη αλλά χρειάζεται ακόμα σημαντικές βελτιώσεις για να ανεβεί σε ευρωπαϊκά επίπεδα.

Λόγω του ότι ο θεσμός κρατικής εταιρείας διαχείρισης ή bad bank δεν εφαρμόστηκε στην Κύπρο, και λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες στην πώληση χαρτοφυλακίων ΜΕΧ, κυρίως λόγω του νομικού πλαισίου αλλά και του μικρού μεγέθους της αγοράς, οι τράπεζες καλούνται να αναπτύξουν εσωτερικούς μηχανισμούς για διαχείριση ΜΕΧ καθώς επίσης και να δημιουργήσουν στρατηγικές συνεργασίες με διεθνές οίκους διαχείρισης όπως το παράδειγμα της APS Holdings με την Ελληνική ή της πρόσφατης συμφωνίας της Συνεργατικής με την Altamira. Πρόκληση αποτελεί η δημιουργία ενός κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου, όπου οι εποπτικές αρχές, ιδιαιτέρως η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, θα δρουν αποτελεσματικά σε συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα.

 

Ποιο θα είναι το όφελος από μία σημαντική μείωση των ΜΕΧ;

Το σημερινό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί βασικό κίνδυνο για τη βιωσιμότητα και την ευημερία της κυπριακής οικονομίας. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, εκτός από τον άμεσο θετικό αντίκτυπο στα κυπριακά τραπεζικά ιδρύματα, θα έχει ως αποτέλεσμα την βελτίωση της ρευστότητας της οικονομίας και θα μειώσει το κόστος δανεισμού της χώρας. Μέσω της απομόχλευσης, ο τραπεζικός τομέας θα απαλλαχθεί από προβληματικά δάνεια στους ισολογισμούς του, οδεύοντας προς την κατεύθυνση της εξυγίανσης. Η βελτίωση του χρηματοοικονομικού τομέα θα επιφέρει σημαντική βελτίωση στη ψυχολογία της αγοράς, βελτιώνοντας το βιοτικό επίπεδο και την ανεργία.

 

Μέσα σ’ αυτό το δύσκολο σκηνικό, προβλέπετε στο εγγύς μέλλον ότι θα προκύψουν ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης για κάποιες τράπεζες;

Η θετική διάθεση των επενδυτών, η μακροοικονομική βελτίωση και η αύξηση ρευστότητας στην αγορά, σε συνδυασμό με την πρόθεση των τραπεζών να προχωρήσουν σε συναινετικές λύσεις με τους δανειολήπτες αλλά και την ώθηση της Κεντρικής Τράπεζας και την βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για την επίλυση των ΜΕΧ μέσα από προσπάθειες αναδιάρθρωσης, αποτελούν βασικές ενδείξεις για να παραμένουμε αισιόδοξοι ότι θα αποφευχθεί νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, γενονός το οποίο θα ανέτρεπε το μέχρι στιγμής θετικό επενδυτικό κλίμα. Οι κυπριακές τράπεζες ακολουθώντας τα πρότυπα και άλλων ευρωπαϊκών αγορών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, θα προχωρήσουν σταδιακά σε αποτίμηση των χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων, διευκολύνοντας τις μελλοντικές πωλήσεις που θα οδηγήσουν σε ενίσχυση των κεφαλαιακών τους αποθεμάτων.

 

Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την Κύπρο επανέρχεται. Που βασίζεται αυτή η νέα ώθηση που καταγράφεται;

Βασικό είναι ότι η Κύπρος ξεκινά από χαμηλή βάση και με θετικό κλίμα στην αγορά. Αν και παραμένουν σημαντικοί εξωτερικοί κίνδυνοι για την ανάκαμψη, η γενική μακροοικονομική τάση είναι θετική. Πιο συγκεκριμένα, η Κύπρος είναι μια πανέμορφη χώρα με μεγάλες δυνατότητες στους κλάδους του τουρισμού, πλεονεκτικό φορολογικό πλαίσιο και αναπτυγμένο τομέα υπηρεσιών, κάτι που ελκύει ξένες επενδύσεις. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν περισσότερα για τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, της φορολογικής νομοθεσίας και της αδειοδότησης μεγάλων αναπτύξεων προκειμένου να καταστεί το επιχειρηματικό περιβάλλον πιο φιλικό στους επενδυτές.

Ένας ισχυρότερος τραπεζικός τομέας, που θα καταφέρει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των ΜΕΧ, θα διαδραματίσει επίσης σημαντικό ρόλο για το σκοπό αυτό, καθώς η διαθεσιμότητα χρηματοδότησης ακινήτων σε ανταγωνιστικές τιμές θα είναι καθοριστική για τέτοιου είδους επενδύσεις.

Παρακολουθούμε και έχουμε μεσολαβήσει για επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων, με έντονο το ενδιαφέρον επενδυτών που προέρχονται από τη Μέση Ανατολή, την Ασία αλλά και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι επενδύσεις αυτές επικεντρώνονται στους τομείς του ιατρικού τουρισμού, της ενέργειας, της καινοτομίας και της ναυτιλίας ενώ στοχευμένες ενέργειες πραγματοποιούνται γενικότερα στο χώρο των ακινήτων. Το ασφαλές και ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, το υψηλό επίπεδο και το εύρος των παρεχόμενων επαγγελματικών υπηρεσιών και το ρυθμιστικό και φορολογικό πλαίσιο που διέπει νευραλγικούς τομείς, συνιστούν ουσιαστικά οφέλη για την Κύπρο ως επενδυτικό προορισμό.

Ωστόσο σημαντικά βήματα πρέπει να γίνουν για τη μεταρρύθμιση και τον απεγκλωβισμό του Δημοσίου τομέα από δαιδαλώδεις διαδικασίες. Η συνεχής αναπροσαρμογή στα νέα δεδομένα της αγοράς μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για την προσέλκυση περισσότερων επενδυτών στην Κύπρο.

 

Πως βλέπετε την πορεία της Κυπριακής οικονομίας στους άμεσο μέλλον;

Oι παρούσες συνθήκες είναι ευνοϊκές για την Κύπρο σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, γεγονός στο οποίο συνετέλεσαν τόσο οι συνεχείς αναβαθμίσεις της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης όσο και η αρμονική συνεργασία μεταξύ Κυβέρνησης και ιδιωτικού τομέα. Η κυπριακή οικονομία συνεχίζει τους ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης έχοντας αφήσει πίσω την περίοδο του μνημονίου και της οικονομικής αστάθειας.